(Γράφει ο Κώστας Καρούσος, Πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών (ΕΕΛ), Λογοτέχνης, Κριτικός Λογοτεχνίας, Εικαστικός)
*•❈•*
«Στα Μονοπάτια Της Γενέθλιας Γης» – εκδ. ΟΣΤΡΙΑ, Αθήνα 2019
της ΕΙΡΗΝΗΣ – ΒΑΡΒΑΡΑΣ ΛΑΓΟΥΒΑΡΔΟΥ
Εκλεκτοί προσκεκλημένοι φίλες και φίλοι,
Εισέπραξα μεγάλη συγκίνηση, από την ανάγνωση και μελέτη «των μονοπατιών της γενέθλιας γης» της εκλεκτής φίλης και ποιήτριας, Ειρήνης-Βαρβάρας Λαγουβάρδου, στη μαιευτική ιδιαιτερότητα του ξεγεννήματος -κάθε φορά- του πολύκροτου συναισθήματός της.
Υπάρχει εδώ μια ποίηση έκλαμψης, από συναισθήματα ψυχής, που αναδύεται αγρυπνώντας και υμνώντας τον γενέθλιο τόπο, και αφιερωμένη σ’ αυτόν.
Ωστόσο, γράφει:
«… θα αναλογιστώ πως ετούτο το ταξίδι, δεν έχει σκοπό τη φυγή, ούτε το στείρο
εγκλωβισμό στη νοσταλγία…»
Έτσι, ως προμετωπίδα, την «ορμική συνιστώσα» της ποιήτριας που αφθαρτοποιεί το χρόνο και μεγαλύνει το ωραιόβαθο σκίρτημα της ψυχής, ας ψηλαφίσουμε τη «συμβολική της αναπόληση» κι ας ακουμπήσουμε νοερά τα υγρά και χνουδωτά μονοπάτια της γενέθλιας μοσκοβολιάς αυτής της ποίησης.
*•❈•*
Γράφει (σελ.22):
«Έχω τα μάτια μου κρυμμένα //
πίσω απ’ τ’ αθώρητο βέλο της βροχής //
…έχω στο στόμα ωριμασμένη //
τη στυφή γεύση της σιωπής //
…έχω στο στήθος χαραγμένη //
την προϊούσα πορεία της ζωής //
…έχω στην πλάτη μου ριγμένη //
μια θάλασσα άμετρη για πανωφόρι»
Η ποίησή της μοσκοβολάει θυμάρι 15σύλλαβου, με δημοτικοφανή χροιά-παρά την άλλη διάταξη του στίχου. Αποκρυπτόμενη -εδώ- στην απεραντοσύνη της φύσης και στο άμετρο -ψυχικό βάθος της συγκίνησης, η ποιήτρια, διεγείρει το συναίσθημα, στην προσωπική της αποκαθήλωση, ατενίζοντας-στο βάθος του χρόνου- την ενιαία σύνδεση και πορεία της βροχής-της σιωπής-της ζωής, έχοντας πάντα στα μάτια κρυμμένο, το ζωοποιό και γενέθλιο τόπο της, αναμορφούμενο και ψυχικά και νοητικά απροσπέλαστο.
Είναι φυσικό επακόλουθο, το λυρικό τραγούδι του στίχου να συμπλέκεται αρμονικά με το φυσικό κάλλος και να διχτυώνεται τον ψυχικό και συναισθηματικό ακροβολισμό της.
Είναι φυσικό, το κορφολόγημα των νεανικών της εμπειριών να σπονδυλώνει την ουσία της εξέλιξης της πατρώας γης -έως το σήμερα- και φυσικό και ολοζώντανο το ταξίδι, στην πλημμυρίδα του φωτός, που καλύπτει τρανταχτά βιώματα και ψυχικές ευωδιές κοντά της.
Το πλούσιο και λυρικό κέντημα της ασάλευτης -χρονικά- ομορφιάς τους -πλέον- θα την ακολουθεί ως ετοιμόγεννος στίχος και ποίηση ψυχής.
*•❈•*
Γράφει (σελ.49):
«Εύθρυπτη ζωή, σε κοιτώ να περνάς //
πίσω απ’ της κάμαρης το παραθύρι //
…Στο κύλημά σου ακόμα ποτίζεις //
του πλάτανου την τρανεμένη φύτρα //
…εύθρυπτη ζωή, σε κοιτώ να βουρκώνεις //
…κάμαρες…αδειανές //
φωλιές που δεν είδαν γεννήματα»
και στη σελ.51:
«Την ομορφιά ψυχή να οραματίζεσαι //
θώριε εκεί που οι άλλοι προσπερνούν…»
Ένα βλέμμα γαλήνιας προσμονής, με νοσταλγική υπόκρουση και πεθυμιά ζωής και ανάπλασης της πατρώας γης, υποκρούει σ’ όλο το βιβλίο της ποιήτριας.
Είναι πόνος που έρχεται με τα χρόνια, ξαναντικρίζοντας την αδειοσύνη και το λειψό λιανοτράγουδο της εγκατάλειψης «στο σπίτι στο χωριό».
Είναι το ξανάνιωμα της αίσθησης και της αναπόλησης, είναι ο στοχασμός που αβίαστα έρχεται στην εκπνοή του στίχου, είναι η περιφορά του χρόνου στην ανέγγιχτη προσωποποίηση μιας «Ανοιξιάτικης βόλτας», είναι το μεστωμένο κουράγιο της ύπαρξης να δομήσει το νέο σκηνικό της προσωπικής δημιουργίας της ποιήτριας.
Ένα σπάραγμα, αθέατης και ήρεμης -περισσότερο- χαρτογράφησης την ακολουθεί, σε μια πλούσια και εικονοπλαστική περιδίνηση έκφρασης και ψυχικής ανθοφορίας, που γίνεται σταδιακά, ένας γενέθλιος σπασμός ποιητικής αναγέννησης.
Είναι πονεμένη αλήθεια, ότι η εσωτερική μετανάστευση (εντός και εκτός της χώρας) λιγόστεψε κατά πολύ, την εισπνεόμενη παστάδα και ομορφιά της γενέθλιας γης.
*•❈•*
Πολλά και αξιόλογα ονόματα της λογοτεχνίας μας, αφιέρωσαν ποιήματα στον γενέθλιο τόπο (σεβόμενος πάντα τη διαφορετικότητα)·
γράφει ο Κωστής Παλαμάς στα «Χαλάσματα»:
«Γύρισα στα ξανθά παιδιάτικα λημέρια //
γύρισα στο λευκό της νιότης μονοπάτι //
γύρισα να δώ το θαυμαστό παλάτι //
για με χτισμένο απ’ των ερώτων τ’ άγια χέρια.
Το μονοπάτι τό ‘πνιξαν οι αρκουδοβάτοι //
και τα λημέρια τά ‘καψαν τα μεσημέρια //
κι ένας σεισμός το ‘ριξε κάτω το παλάτι //
και μέσ’ τα ερείπια τώρα και στ’ αποκαΐδια»
κι ο Λάμπρος Πορφύρας:
«Άλλο δεν ξέρω ν’ αγαπώ μέσ’ τις πλατιές τις ρούγες //
παρά τις γλάστρες τ’ ανοιχτού στο φως παραθυριού //
τις στέγες που χιονίζουνε περιστεριών φτερούγες //
κι ό, τι μου λέει το σήμαντρο παλιού καμπαναριού»
κι η Ειρήνη -Βαρβάρα Λαγουβάρδου στη σελ. 45:
«Της χαραυγής την πόρτα ξεσφαλίζω //
της μπουγάδας σου τ’ ανθόνερο μνήμες ξυπνά //
Στην άλλη πλευρά, η κληματαριά θροΐζει //
στα χελιδόνια σιγοτραγουδά //
…τα παιδικά λιχνίσματα αντηχούν //
…βυθοσκοπήσεις του μυαλού που αναπολεί //
στο ίδιο εκείνο ανθόνερο να κολυμπήσει //
στο πετρόχτιστο σπίτι της γενέθλιας γης»
*•❈•*
Ας υπογραμμίσουμε -εδώ- το γραπτό κείμενο της ποιήτριας, που φωτοδοτεί το μετερίζι του λογοτέχνη, την προσωπική του οδοιπορία και τη συμβολή του στα κοινωνικά μας πράγματα:
«Ο πολιτισμός και η γλωσσική επικοινωνία, οι παραδόσεις και η λαϊκή τέχνη, η γεωγραφική θέση και οι κλιματολογικές συνθήκες, οι άνθρωποι και οι καθημερινές τους συνήθειες, αποτελούν ιδιαίτερα γνωρίσματα της πατρώας γης, διαφοροποιώντας την από οποιαδήποτε άλλο τόπο, γνωρίσματα, τα οποία περνούν από τη μία γενιά στην άλλη, γίνονται κληρονομική προδιάθεση και συνεπικουρούν στη διάπλαση, στην εξελικτική πορεία και στην κοινωνικοποίηση του ανθρώπου, ο οποίος γεννιέται και μεγαλώνει σε αυτή τη γη.» (σελ. 10)
Αυτό -εκλεκτοί φίλοι- καθορίζει και τη δική της κοινωνικο-πνευματική υπόσταση στη ζωή. Έθεσε-ως ασφαλιστική δικλείδα παρόρμησης-έμπνευσης-θύμησης-νοσταλγίας-προσωπικής διαδρομής-έντονης περίσκεψης-και βιωματικής σύγκρουσης και σύνθεσης- ότι εκπορεύεται και εξελίσσεται, ως γενέθλιο κύτταρο λόγου και σύλληψης, από τον γενέθλιο τόπο.
*•❈•*
Ένας πυκνός ορυμαγδός λυρικής χροιάς και ξαστερωμένης υπομονής χρωμοδένεται και ανασαίνει στο πατρώο πεζούλι, της δικής της -πλέον- οραματικής και ποιητικής οδοιπορίας, τόσο πιστά και τόσο εύπιστα και τολμηρά, ώστε να μας πει, στη σελ 48:
«Σε κοιτώ βαθειά, σε αγγίζω //
την απλωσιά της δικής σου ματιάς ακολουθώ //
…σαν κορφολογεί ταπεινά //
της ζωής το πολύχρωμο φάσμα //
Σε κοιτώ βαθιά, σε ακούω //
η μαρμαρένια σιωπή σου ηχολογά //
…Σε κοιτώ βαθιά, σε γεύομαι //
…Σεπτή κι αΐδιος φιγούρα ολοζώντανη…»
Πόσο πιο πιστά να παρουσιάσεις -εκλεκτοί φίλοι- ένα κομμάτι του εαυτού σου που σε ακολουθεί και σε διασπείρει στο άπειρο σύμπαν της ποίησης, της φύσης και της μνήμης;
Πόσο πιστά να διατρανώσεις το ξέσπασμα της μνήμης και τις γενέθλιες αγρύπνιες, σ’ ένα χλωμιασμένο κόσμο σήμερα που «θάλασσες εύγονες το κορμί σου ας τρικυμίζουν», όπως γράφει, «αναπαμό μην έχει;» (σελ 24).
‘Έτσι, «η γενέθλια γη» γίνεται, ένα -παντός καιρού- αφυπνιστικό-ελπιδοφόρο-μυρωδάτο-ταξιδεμένο-και μοσκοβολημένο ηχομήνυμα ποίησης που ανεβαίνει σιωπηλά και κατανυχτικά «τα μονοπάτια της γενέθλιας γης».
*•❈•*
Ας μου επιτραπεί να κλείσω, μ’ ένα ποίημά μου, δημοσιευμένο στο βιβλίο μου «Ερωτήματα Ψυχής» (σελ.58) -αφιερωμένο και κοινοποιημένο στο Facebook- για το εξαιρετικό ποιητικό, «Το πέταγμα της Ευρυδίκης», της Ειρήνης-Βαρβάρας Λαγουβάρδου·
ΠΑΡΑΤΟΛΜΗ ΨΥΧΗ
•❈•
Περιπολούσε στις επάλξεις η μορφή σου
στην ατέρμονη προσάραξη του χρόνου.
Πώς έκανες το κοσμικό σώμα του λόγου
σκληρό μονομάχο της άπειρης γνώσης;
Παραταγμένη στο πυρήνα της μέρας,
κλεψύδρα ζωής, που αντιπαλεύει στο φως;
Παράτολμη ψυχή, πώς καρτεράς ακόμα
σαν κινούμενο δέος να δεις τ’ ανθρώπινα;
Σαν οδυνηρή αντιστοίχιση λέξεων
μιας υπερούσιας ποιητικής ολονυχτίας;
•❈•
Εκλεκτή φίλη -ποιήτρια Ειρήνη-Βαρβάρα Λαγουβάρδου- εύχομαι από καρδιάς-
Υγεία-Αισιοδοξία και Δημιουργία στη ζωή σου
Καλοτάξιδο το βιβλίο σου !!
═══════════════════════════════*•
Κώστας Καρούσος
Πρόεδρος Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών
Αθήνα, ΕΕΛ, 6/4/2019
══════════════════════════════*•